Απόφ.Εφετείου 176/2000 (01/01/2000)

Κ.Ε.Δ.Ε. (Ν.Δ.356/1974)

Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς
Αριθ. Απόφασης 176/2000
Πρόεδρος: Γεωρ. Σγουρόγλου, Πρόεδρος Εφετών Δ.Δ.
Εισηγήτρια: Χ. Κώτσου - Χαρμπίλα, Εφέτης
Δικηγόρος: Αλεξ. Σταυράκης, Δικαστ. Αντιπρ. Ν.Σ.Κ.

Κ.Ε.Δ.Ε. (Ν.Δ.356/1974)

Ι. Εκτέλεση κατά κληρονόμων κατά τη διάρκεια της προθεσμίας για αποποίηση της κληρονομίας: Η εκτέλεση προς ικανοποίηση απαίτησης κατά της κληρονομίας, δεν είναι δυνατό να γίνει κατά το χρόνο που ο κληρονόμος έχει το δικαίωμα της αποποίησης της κληρονομίας και συνακολούθως, και της αποδοχής αυτής με το ευεργέτημα της απογραφής και, κατά μείζονα λόγο, η εκτέλεση δεν μπορεί να γίνει όταν δεν έχει αρχίσει η προθεσμία αποποίησης της κληρονομίας.

ΙΙ. Δήλωση αποδοχής κληρονομιάς με το ευεργέτημα της απογραφής σε αναρμόδιο όργανο (συμβολαιογράφο): Ακύρωση μη νόμιμης αποδοχής και νέα νομότυπη δήλωση αποδοχής. Περιστατικά.

...............................................................................................................................

Επειδή στο άρθρο 73 παρ. 2 του Κ.Ε.Δ.Ε. (Ν.Δ.356/1974) ορίζεται ότι: "Η ανακοπή του οφειλέτη κατά της εκτέλεσης που άρχισε, ασκείται πάντοτε ενώπιον του μονομελούς πρωτοδικείου του τόπου της εκτέλεσης και για τους παρακάτω λόγους που αναφέρονται περιοριστικά".

Περαιτέρω, στο άρθρο 89 του παραπάνω Κώδικα, ορίζεται ότι, οι διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας εφαρμόζονται εφόσον δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος Ν.Δ/τος, τηρείται δε πάντοτε η διάταξη του άρθρου 75 του παρόντος Ν.Δ/τος για κάθε παράβαση.

Εν συνεχεία στον Αστικό Κώδικα (Π.Δ.456/1984) και ειδικότερα στο έκτο κεφάλαιο του κληρονομικού δικαίου με τον τίτλο "αποδοχή και αποποίηση της κληρονομίας", ορίζονται μεταξύ άλλων, ότι ο κληρονόμος μπορεί να αποποιηθεί την κληρονομία μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών, που αρχίζει από τότε που έμαθε την επαγωγή και το λόγο αυτής (άρθρο 1847), ότι ο κληρονόμος ευθύνεται και με τη δική του περιουσία για τις υποχρεώσεις της κληρονομιάς (άρθρο 1901), ότι όσο ο κληρονόμος έχει το δικαίωμα να αποποιηθεί την κληρονομιά, μπορεί να δηλώσει ότι την αποδέχεται με το ευεργέτημα της απογραφής, η δήλωση δέ αυτή γίνεται στο γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομιάς (άρθρο 1902), ότι ο κληρονόμος με απογραφή οφείλει να τελειώσει την απογραφή της κληρονομικής περιουσίας μέσα σε τέσσερις μήνες αφότου γίνει η δήλωση του προηγούμενου άρθρου (άρθρο 1903), ότι ο κληρονόμος με απογραφή ευθύνεται για τις υποχρεώσεις της κληρονομιάς έως το ενεργητικό της και καμιά σύγχυση δεν επέρχεται ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του έναντι της κληρονομιάς (άρθρο 1904) και ότι αφότου γίνει η δήλωση της αποδοχής της κληρονομιάς με το ευεργέτημα της απογραφής, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις αποχωρίζονται αυτοδικαίως από την περιουσία του κληρονόμου και αποτελούν χωριστή ομάδα (άρθρο 1905). Εξάλλου, στο άρθρο 921 § 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (Π.Δ.503/ 1985) ορίζεται ότι όσο ο κληρονόμος έχει το δικαίωμα να αποποιηθεί την κληρονομία δεν μπορεί να γίνει αναγκαστική εκτέλεση για να ικανοποιηθεί απαίτηση κατά της κληρονομιάς.

Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής:

Στις 8.3.1990 αποβίωσε ο πατέρας των ήδη εφεσίβλητων και κληρονομήθηκε από αυτούς εξ αδιαθέτου, κατά το 1/3 εξ αδιαιρέτου από τον καθένα. Αυτοί, με την 28053/6.7.1990 δήλωσή τους σε αναρμόδιο όργανο, δηλαδή, στον συμβολαιογράφο Αθηνών Κ.Σ., αποδέχθηκαν εμπροθέσμως την πιο πάνω κληρονομιά με το ευεργέτημα της απογραφής. Περαιτέρω, όμως, δεν προέβησαν σε σύνταξη απογραφής της κληρονομιαίας περιουσίας, όπως επιβάλλεται κατά νόμο. Κατά το έτος 1991, που αντελήφθησαν ότι δεν ήταν νόμιμη η πιο πάνω ενέργειά τους, άσκησαν αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, επί της οποίας εκδόθηκε η 589/1994 απόφαση, με την οποία, έγινε δεκτή η αγωγή και ακυρώθηκε η παραπάνω μη νόμιμη αποδοχή αυτών με το ευεργέτημα της απογραφής, που, κατά πλάσμα δικαίου, θεωρούνταν πλήρης αποδοχή, με την αιτιολογία ότι η προαναφερόμενη δήλωση αποδοχής της κληρονομιάς, οφειλόταν σε ουσιώδη πλάνη αυτών, οι οποίοι αν γνώριζαν τις σχετικές νομικές διατάξεις, θα προέβαιναν σε νομότυπη αποδοχή της κληρονομιάς με το ευεργέτημα της απογραφής. Η απόφαση αυτή επικυρώθηκε με την 6188/1996 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, που δημοσιεύθηκε στις 6.6.1995.

Περαιτέρω και ενόψει του ότι οι εφεσίβλητοι έπρεπε να προβούν εμπροθέσμως, μετά την τελεσιδικία της πιο πάνω αποφάσεως, στη νομότυπη αποποίηση ή αποδοχή της κληρονομιάς, προέβησαν στην αποδοχή αυτής με το πλεονέκτημα της απογραφής με την 215/ 27.9.1995 δήλωση, που υπέβαλαν στο γραμματέα του δικαστηρίου, της κληρονομιάς. Τέλος, με την 1/4.1.1996 απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιά, έγινε δεκτή αίτησή τους και διατάχθηκε η διενέργεια απογραφής της κληρονομιαίας περιουσίας.

Εξάλλου, με την προαναφερόμενη 6116/27.3.1995 έκθεση κατασχέσεως, επιβλήθηκε στους εφεσιβλήτους ως κληρονόμους του πατέρα τους που απεβίωσε, για το προαναφερόμενο χρέος, κατάσχεση επί ενός ακινήτου που είχε περιέλθει στους εφεσίβλητους κατά το 1/3 εξ αδιαιρέτου στον καθέναν από κληρονομιά, η οποία, είχε γίνει αποδεκτή με το ευεργέτημα της απογραφής με το 23053/ 6.7.1990 συμβόλαιο αποδοχής του πιο πάνω συμβολαιογράφου (βλ. την εν λόγω έκθεση). Κατά της εκθέσεως αυτής ασκήθηκε, όπως προαναφέρθηκε, ανακοπή, η οποία έγινε δεκτή με την εκκαλούμενη απόφαση, με την αιτιολογία ότι οι εν λόγω κληρονόμοι δεν νομιμοποιούνται παθητικώς ως προς την εν λόγω αναγκαστική εκτέλεση. Ειδικότερα, έγινε δεκτό ότι έπειτα από την λόγω πλάνης ακύρωση της παραπάνω δηλώσεως αποδοχής με το ευεργέτημα της απογραφής με την προαναφερόμενη απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία κατέστη τελεσίδικη στις 6.6.1995, όταν δημοσιεύθηκε η 6188/1995 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, οι κληρονόμοι είχαν, μετά την τελευταία αυτή χρονολογία, νέα τετράμηνη προθεσμία, προκειμένου να προβούν σε νομότυπη αποδοχή της κληρονομιάς αυτής, στην οποία άλλωστε προέβησαν στις 27.9.1995 και ότι κατά συνέπεια, δεν ήταν νόμιμη η κατά τις 27.3.1995 επιβολή της κρινόμενη κατασχέσεως.

Επειδή, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά το παραπάνω άρθρο 921 ΚΠολΔ, η εκτέλεση προς ικανοποίηση απαιτήσεως κατά της κληρονομιάς, δεν είναι δυνατό να γίνει κατά το χρόνο που ο κληρονόμος έχει το δικαίωμα της αποποιήσεως της κληρονομιάς και συνακόλουθα και της αποδοχής αυτής με το ευεργέτημα της απογραφής, εκτός και έχει λάβει χώρα διορισμός κηδεμόνος σχολάζουσας κληρονομιάς και ότι κατά μείζονα λόγο η εκτέλεση αυτή δεν μπορεί να γίνει όταν δεν έχει γίνει έναρξη της προθεσμίας αποποιήσεως, περαιτέρω δε ότι ναι μεν η με την προαναφερόμενη έκθεση επιβολή αναγκαστικής κατασχέσεως σε ακίνητο που περιήλθε στους εφεσιβλήτους, λόγω κληρονομιάς, δεν ήταν αρχικώς νόμιμη, καθόσον αυτή έλαβε χώρα στις 27.3.1995, δηλαδή σε χρόνο κατά τον οποίο, όπως κρίθηκε με τις προαναφερόμενες αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων, δεν είχε καν αρχίσει να τρέχει η προθεσμία αποποιήσεως ή αποδοχής με το ευεργέτημα της απογραφής, αφού θεωρήθηκε ex tunc ως μη γενόμενη η πιο πάνω μη νομότυπη αποδοχή, όμως ενόψει του ότι στην εν λόγω έκθεση, αναφέρεται ότι το ακίνητο στο οποίο επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση, περιήλθε στους εφεσιβλήτους κατά το 1/3 εξ αδιαιρέτου από κληρονομιά την οποία αυτοί αποδέχθηκαν με το ευεργέτημα της αποδοχής με το 23053/6.7.1990 συμβόλαιο αποδοχής της κληρονομιάς και του ότι οι εφεσίβλητοι τελικώς αποδέχθηκαν την κληρονομιά του πατέρα τους με το ευεργέτημα της απογραφής νομοτύπως, όπως προαναφέρθηκε με δήλωσή τους στο δικαστήριο της κληρονομιάς, κρίνει κατά πλειοψηφία ότι η παραπάνω έκθεση αναγκαστικής κατασχέσεως κατέστη επιγενομένως νόμιμη, λόγω του ότι με αυτή επιβλήθηκε κατάσχεση σε κληρονομιαίο ακίνητο, το οποίο τελικά περιήλθε στους εφεσιβλήτους με την πιο πάνω νόμιμη αποδοχή με το παραπάνω ευεργέτημα.

Μειοψήφησε ο Πρόεδρος του δικαστηρίου Γεώργιος Σγουρόγλου ο οποίος εξέφρασε την ακόλουθη γνώμη: Η επιβληθείσα για χρέη του κληρονομουμένου κατάσχεση σε ακίνητο της κληρονομιάς και όχι της λοιπής ιδίας περιουσίας των εφεσιβλήτων κληρονόμων, η οποία έγινε μετά την πάροδο του κατ' άρθρο 1847 εδ. α' του ΑΚ τετραμήνου από την γνώση από αυτούς του λόγου επαγωγής της κληρονομιάς είναι αρχήθεν από της επιβολής της νόμιμη και δεν νομιμοποιήθηκε επιγενομένως. Στην αρχήθεν νομιμότητα της κατασχέσεως δεν ασκεί ουδεμία επίδραση το γεγονός της τελεσίδικης ακύρωσης της συμβολαιογραφικής πράξης αποδοχής της κληρονομιάς με το ευεργέτημα της απογραφής, αριθ. 23035/6.7.90 του συμ/φου Κ. Στ., αφενός μεν διότι η κατάσχεση επιβλήθηκε σε ακίνητο όχι της λοιπής ιδίας περιουσίας των εφεσιβλήτων κληρονόμων, αλλά σε ακίνητο της κληρονομιάς, το οποίο υπόκειται νομίμως σε κατάσχεση για χρέη του κληρονομουμένου είτε η αποδοχή είναι πλήρης είτε επ' ωφελεία απογραφής, αφετέρου δε διότι η ακύρωση της παραπάνω συμβολαιογραφικής πράξεως με την καταστάσα τελεσίδικη 589/94 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία κατά το διατακτικό της "Ακυρώνει την εκ μέρους των εναγόντων", εφεσίβλητων δε στην παρούσα δίκη, "αποδοχή χωρίς το ευεργέτημα της απογραφής της κληρονομιάς του πατέρα τους Ι.Μ. που απεβίωσε στις 8.3.1990" ανάγεται αποκλειστικά και μόνο σε επίλυση αμφισβήτησης ως προς το είδος και μόνο της αποδοχής της κληρονομιάς ειδικότερα δε εάν αυτή είναι ή όχι επ' ωφελεία απογραφής και δεν ανάγεται διόλου στο θέμα της ούτως ή άλλως γενομένης από τους εφεσιβλήτους, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1850 εδ. β' του ΑΚ αποδοχής της κληρονομιάς με την άπρακτη παρέλευση του κατ' άρθ. 1847 εδ. α' του ΑΚ τετραμήνου, από της γνώσεως του λόγου της επαγωγής σ' αυτούς της κληρονομιάς, για αποποίηση της κληρονομιάς. Η ακύρωση της παραπάνω συμβολαιογραφικής πράξεως αποδοχής της κληρονομίας με το ευεργέτημα της απογραφής δεν έθιξε διόλου το γεγονός της μη αποποίησης από τους εφεσιβλήτους της επαχθείσης κληρονομίας, ως εκ τούτων με την μνησθείσα ακύρωση δεν αναβίωσε εκ νέου η προθεσμία για αποποίηση της κληρονομίας μέρους αυτών και κατά συνέπεια δεν μπορούσαν αυτοί μετά την ακύρωση της παραπάνω συμ/κής πράξεως να προέλθουν νομίμως σε αποποίηση της κληρονομίας, αλλά να προέλθουν, εφόσον το επιθυμούσαν, στη σχετική δήλωση ότι η, με την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας προς αποποίηση, αποδοχή της κληρονομίας είναι επ' ωφελεία απογραφής, ώστε να επέλθουν οι κατά το ουσιαστικό δίκαιο συνέπειες της τοιαύτης δηλώσεως, ως εκ τούτων δε δεν συντρέχει εν προκειμένω περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 921 παρ. 2 του ΚπολΔ. Εφόσον συνεπώς δεν κατασχέθηκε για χρέη του κληρονομουμένου ακίνητο της λοιπής ιδίας περιουσίας των εφεσιβλήτων κληρονόμων, ως προς τα οποία και μόνο ασκεί επιρροή, κατά το ουσιαστικό δίκαιο το ζήτημα εάν η αποδοχή είναι ή όχι επ' ωφελεία απογραφής, η γενομένη μετά την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας προς αποποίηση της κληρονομίας, κατάσχεση κληρονομιαίου ακινήτου για χρέη του κληρονομουμένου είναι αρχήθεν νόμιμη.