Απόφ.Πρωτοδικείου 162/2000 (01/01/2000)

Κώδικας βιβλίων και στοιχείων (Άρθρα 4, 13, 19, 33)

Διοικητικού Πρωτοδικείου Τρίπολης (Τριμελούς)
Αριθ. Ααπόφασης: 162/2000
Δικαστής: Χριστοφ. Βογιατζόγλου, Πρόεδρος Πρωτοδικών Δ.Δ.
Δικηγόρος: Δημ. Ορφανός

Κώδικας βιβλίων και στοιχείων (`Αρθρα 4, 13, 19, 33)

Ι. Επιβολή προστίμου σε βάρος εκδίδοντος αθεώρητα στοιχεία: Η διάταξη του άρθρου 33 (παρ.1β) του Κ.Β.Σ., που προβλέπει την επιβολή προστίμου σε βάρος του εκδίδοντος αθεώρητα στοιχεία, επιτηδευματία, αναφέρεται στην περίπτωση κατά την οποία αυτός υποχρεούται κατά τον εν λόγω κώδικα στην έκδοση του στοιχείου που εξέδωσε πλημμελώς.

ΙΙ. Οικειοθελής έκδοση αθεώρητου φορολογικού στοιχείου: Συνεπώς, εάν δεν υφίσταται τέτοια υποχρέωση, αλλά ο επιτηδευματίας εκδίδει οικειοθελώς το συγκεκριμένο στοιχείο, δεν συντρέχει περίπτωση επιβολής σε βάρος του προστίμου για το λόγο αυτό.

..................................................................................

Επειδή, με τις κρινόμενες αντίθετες εφέσεις, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Ναυπλίου και της ομορρύθμου εταιρίας υπό την επωνυμία "Α.Κ. Ο.Ε.", για τη δεύτερη των οποίων καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. υπ. αριθμ. 9604415/7.2.2000 διπλότυπο εισπράξεως, τύπου Α?), παραδεκτώς διώκεται η εξαφάνιση της υπ. αριθμ. 258/1996 οριστικής απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Ναυπλίου. Με την τελευταία έγινε εν μέρει δεκτή η από 2.1.1996 προσφυγή της ως άνω εταιρίας κατά της υπ? αριθμ. 262/1995 πράξεως του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Ναυπλίου και περιορίσθηκε το δι? αυτής επιβληθέν σε βάρος της πρόστιμο του Κ.Β.Σ. εκ του ποσού των 6.980.000 στο ποσό των 1.047.000 δραχμών.

Επειδή στο άρθρο 4 του Π.Δ/τος 186/92 ()περί Κώδικος Βιβλίων και Στοιχείων (Κ.Β.Σ.) ορίζεται ότι:

"1. Οι επιτηδευματίες εντάσσονται σε κατηγορία βιβλίων του Κώδικα αυτού από την έναρξη των εργασιών τους, όπως ορίζεται στις παραγράφους 2 έως 6 του άρθρου αυτού. 2. Στην τρίτη κατηγορία, οι ημεδαπές και αλλοδαπές ανώνυμες και περιορισμένης ευθύνης εταιρίες... 4. Στην πρώτη κατηγορία, με την επιφύλαξη των διατάξεων της πιο πάνω παραγράφου 2: α) Ο πρατηριούχος υγρών καυσίμων και λιπαντικών αυτοκινήτων, για την εμπορία βενζίνης και πετρελαίου, β)...Όποιος από τους επιτηδευματίες των περιπτώσεων α?,... διατηρεί και κλάδο... παροχής υπηρεσιών, τηρεί για τον κλάδο αυτό τα βιβλία της κατηγορίας που αντιστοιχεί στα ετήσια ακαθάριστα έσοδα του κλάδου αυτού, όχι όμως κατηγορίας κατώτερης της δεύτερης. Στην περίπτωση αυτή οι αγορές και τα έξοδα του πρώτου κλάδου μπορεί να παρακολουθούνται στα βιβλία του δεύτερου κλάδου, σε ιδιαίτερες στήλες ή σε ιδιαίτερο χώρο, αν τηρεί βιβλίο εσόδων - εξόδων ή σε ιδιαίτερους λογαριασμούς, αν τα βιβλία αυτά είναι τρίτης κατηγορίας...". Περαιτέρω, στο άρθρο 13 παρ. 1 του ως άνω Π.Δ/τος ορίζεται ότι: "Ο επιτηδευματίας που τηρεί βιβλία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας για κάθε πώληση αγαθών, για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτου..., εκδίδει απόδειξη λιανικής πώλησης...". Εξάλλου, στο άρθρο 19 παρ. 1 του ίδιου Π.Δ/τος, όπως αυτό τροποποιήθηκε δια του άρθρου 43 του Ν. 2214/94 (ΦΕΚ 75 Α?/11.5.94) ορίζεται ότι: "Ο επιτηδευματίας έχει υποχρέωση να θεωρεί στον αρμόδιο Προϊστάμενο Δ.Ο.Υ., πριν από κάθε χρησιμοποίησή τους: Α)... Β) Από τα στοιχεία α)... δ) την απόδειξη παροχής υπηρεσιών και την απόδειξη λιανικής πώλησης, όταν δεν εκδίδεται με τη χρήση φορολογικής ταμειακής μηχανής..." Τέλος, στο άρθρο 33 παρ. 1 του προαναφερόμενου Π.Δ/τος ορίζεται ότι: "Οι παρακάτω περιπτώσεις, για την επιβολή προστίμου, θεωρούνται αυτοτελείς παραβάσεις και επιβάλλεται για κάθε παράβαση το πρόστιμο που κατά περίπτωση ορίζεται από τις παραγράφους 1 και 2 του προηγούμενου άρθρου: α)... β) η έκδοση καθενός αθεωρήτου στοιχείου, όταν από τις διατάξεις του Κώδικα αυτού προβλέπεται η έκδοση θεωρημένου...".

Επειδή από τις ως άνω διατάξεις, ερμηνευόμενες με βάση τους κανόνες της λογικής συνάγονται τα εξής: α) Η διάταξη του άρθρου 33 παρ. 1β του Κ.Β.Σ., που προβλέπει την επιβολή προστίμου σε βάρος του εκδίδοντος αθεώρητα στοιχεία επιτηδευματία, αναφέρεται στην περίπτωση, κατά την οποία αυτός υποχρεούται κατά τον εν λόγω κώδικα στην έκδοση του στοιχείου που εξέδωσε πλημμελώς. Συνεπώς, αν δεν υπήρχε τέτοια υποχρέωση, αλλά ο επιτηδευματίας εξέδωσε οικειοθελώς το συγκεκριμένο στοιχείο, δε συντρέχει περίπτωση επιβολής προστίμου για το λόγο αυτό (ΣτΕ 1067/1984). Β) Ο πρατηριούχος υγρών καυσίμων και λιπαντικών αυτοκινήτων, ο οποίος, παραλλήλως προς την εν λόγω επιχείρηση, διατηρεί και πλυντήριο αυτοκινήτων, τηρεί ως προς το μεν τον πρώτο κλάδο βιβλία Α? κατηγορίας του Κ.Β.Σ., ως προς δε το δεύτερο βιβλία τουλάχιστον Β? κατηγορίας του εν λόγω Κώδικος, υποχρεούμενος σε έκδοση αποδείξεων παροχής υπηρεσιών, αναφορικώς με τις δραστηριότητες του τελευταίου κλάδου (πλυντήριο), γ) Εκ της παρεχόμενης υπό του νόμου εναλλακτικής δυνατότητος αναγραφής των αγορών και εξόδων του πρώτου κλάδου στα βιβλία του δευτέρου, δε δημιουργείται υποχρέωση εκδόσεως αποδείξεων λιανικής πωλήσεως για τις δοσοληψίες του πρώτου κλάδου. Επομένως, η τυχόν οικειοθελής έκδοση αθεώρητου Α.Λ.Π. για την πώληση αγαθών του πρώτου κλάδου, δεν πληροί, όπως προαναφέρθηκε, την αντικειμενική υπόεσταση της παρ. α βάσεως του άρθρου 33 παρ. 1β του Κ.Β.Σ., αφού προϋπόθεση αυτής είναι η υποχρέωση εκδόσεως του εν λόγω στοιχείου.

Επειδή, στην κρινόμενη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Η εκκαλούσα ομόρρυθμη εταιρία, η οποία εδρεύει στο Ναύπλιο, έχει ως αντικείμενο εργασιών της την εκμετάλλευση πρατηρίου υγρών καυσίμων και πλυντηρίου αυτοκινήτων, τηρεί δε βιβλία Β? κατηγορίας του Κ.Β.Σ. Ενόψει δε του ότι και κατά τον έλεγχο που έγινε στις 4.6.1995 από όργανα της ΥΠΕΔΑ Πατρών διαπιστώθηκε ότι αυτή είχε εκδώσει κατά το από 10.1 έως 17.4.1995 χρονικό διάστημα 349 αποδείξεις λιανικής πωλήσεως για τις υπ? αυτής πραγματοποιηθείσες πωλήσεις πετρελαίου θερμάνσεως, αξίας (του αντικειμένου καθεμιάς συναλλαγής) ελάσσονος των 300.000 δρχ., επιβλήθηκε σε βάρος της πρόστιμο, δια της υπ? αριθμ. 262/1995 πράξεως, 20.000 δρχ. για την έκδοση καθεμιάς αθεωρήτου Α.Λ.Π. και συνολικώς 6.980.000 δρχ.

Επειδή, ενόψει των ως άνω νομικών και πραγματικών δεδομένων, το Δικαστήριο κρίνει ότι η εκκαλούσα εταιρία δεν ήταν υπόχρεος για τις προαναφερόμενες, υπαγόμενες στον πρώτο κλάδο δραστηριοτήτων της, συναλλαγές να εκδίδει Α.Λ.Π. Κατόπιν τούτου, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. Ναυπλίου, θεωρήσας ότι η εκκαλούσα υπέπεσε, στην παράβαση του 33 παρ. 1 του Κ.Β.Σ., εσφαλμένως το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε, αφού, όπως προαναφέρθηκε, προϋπόθεση για τη διάπραξη της εν λόγω παραβάσεως είναι η υποχρέωση εκδόσεως του σχετικού στοιχείου. Επομένως, το πρωτόδικο Δικαστήριο, μη ακυρώσαν την ως άνω πράξη, επανέλαβε το νομικό σφάλμα της Φορολογικής Αρχής, κατά το νόμω βάσιμο ισχυρισμό της εκκαλούσης εταιρίας και για το λόγο αυτό πρέπει, συνεκδικαζομένων των αντιθέτων εφέσεων, ν? απορριφθεί η έφεση της Φορολογικής Αρχής και να γίνει δεκτή η έφεση της εκκαλούσης εταιρίας, εξαφανιζομένης της προσβαλλομένης πρωτοδίκου αποφάσεως. Ακολούθως, δεκτής γενομένης ως νόμω βάσιμου της από 2.1.1996 προσφυγής της εκκαλούσης, πρέπει ν? ακυρωθεί η υπ? αριθ. 262/1995 πράξη του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Ναυπλίου και τέλος να επιστραφεί στην εκκαλούσα εταιρία το καταβληθέν υπ? αυτής παράβολο (άρθρο 277 παρ. 9 του Κωδ. Διοικ. Δικ.).