Απόφ.Πρωτοδικείου 997/2005 (01/01/2005)

Αναστολή εκτέλεσης διοικητικής πράξης [Ν. 2717/1999 (Κ.Δ.Δ.), άρθρα 200-202]

Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιώς
Αριθ. απόφασης: 997/2005
Πρόεδρος: Γ. Ρεξίνη, Πρόεδρος Πρωτοδικών Δ.Δ.,
Εισηγητής: Αικ. Σταυρίδου, Πρωτοδίκης Δ.Δ.

Αναστολή εκτέλεσης διοικητικής πράξης
[Ν. 2717/1999 (Κ.Δ.Δ.), άρθρα 200-202]

Αναστολή εκτέλεσης του προβεβαιουμένου ποσοστού φόρου από την άσκηση πρoσφυγής κατά καταλογιστικής πράξης φόρου εισοδήματος: Χορηγείται αναστολή διότι η εκτέλεση της προσβαλλομένης πράξης θα επιφέρει στην αιτούσα επιχείρηση βλάβη δυσχερώς επανορθώσιμη σε περίπτωση ευδοκίμησης της προσφυγής της, η οποία συνίσταται στο σοβαρό οικονομικό κλονισμό αυτής.

(Ισχυρισμοί και αποδεικτικά στοιχεία, βάσει των οποίων το Δικαστήριο διαμόρφωσε την ως άνω κρίση του).

(Όμοιες οι 998-1004/2005 αποφάσεις του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών)

Δεκτή αίτηση αναστολή του αιτούντος

[...] Επειδή, στο άρθρο 200 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Ν. 2717/1999) ορίζεται ότι: "Σε κάθε περίπτωση που η προθεσμία ή η άσκηση της προσφυγής δεν συνεπάγεται κατά νόμο την αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης ατομικής διοικητικής πράξης και εφόσον στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει χορηγηθεί αναστολή από την αρμόδια διοικητική αρχή, μπορεί, ύστερα από αίτηση εκείνου που άσκησε την προσφυγή, να ανασταλεί,

με αιτιολογημένη απόφαση του δικαστηρίου, εν όλω ή εν μέρει η εκτέλεση της πράξης αυτής", στο άρθρο δε 202 αυτού ότι:

"1. Λόγο αναστολής μπορεί να θεμελιώσει η από την άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης απειλούμενη, οποιασδήποτε φύσης, υλική η ηθική βλάβη του αιτούντος, εφόσον η επανόρθωσή της θα είναι αδύνατη ή ιδιαίτερα δυσχερής σε περίπτωση ευδοκίμησης της αντίστοιχης προσφυγής. 2. Η χορήγηση αναστολής αποκλείεται: α) αν η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης επιβάλλεται για λόγους δημοσίου συμφέροντος ή β) κατά το μέρος που η προσβαλλόμενη πράξη έχει ήδη εκτελεστεί ή γ) αν η αντίστοιχη προσφυγή είναι προδήλως απαράδεκτη ή προδήλως αβάσιμη". Τέλος στο άρθρο 205 του Κώδικα αυτού ορίζεται ότι: "1. Αν γίνει εν όλω ή εν μέρει δεκτή η αίτηση, διατάσσεται ολική ή μερική αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης με την αντίστοιχη προσφυγή πράξης. 2. Η αναστολή, αν στη σχετική απόφαση δεν ορίζεται διαφορετικά, ισχύει ως τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης για την προσφυγή".

Επειδή, στη συγκεκριμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα ακόλουθα: Με το 1537/2004 συμπληρωματικό φύλλο ελέγχου φόρου εισοδήματος, οικον. έτους 1998, του Προϊσταμένου ΠΕΚ Πειραιά, καταλογίστηκε σε βάρος της αιτούσας εταιρείας φόρος εισοδήματος με προσαυξήσεις συνολικού ποσού 336.311 ευρώ. Κατά της πράξης αυτής η αιτούσα άσκησε προσφυγή ζητώντας την ακύρωσή της για τους λόγους

που ειδικότερα διαλαμβάνονται σ΄ αυτήν. Ήδη με την κρινόμενη αίτηση ζητά την αναστολή εκτέλεσης αυτής.

Επειδή η ασκηθείσα κατά της προσβαλλόμενης πράξης προσφυγή είναι εμπρόθεσμη, καθόσον αυτή (η πράξη) επιδόθηκε, μη νόμιμα, κατ΄ άρθρο 50 παρ. 1 του ΚΔΔ, στο λογιστή της αιτούσας εταιρείας και όχι στο νόμιμο εκπρόσωπό της, όπως έπρεπε σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις (βλ. αποδεικτικό επιδόσεως με ημερομηνία 7-7-2004 του επιμελητή του ΠΕΚ Πειραιά Εμμ. Λιβάνιου). Ο ισχυρισμός επομένως της διάδικης αρχής ότι η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί, καθόσον η ασκηθείσα προσφυγή είναι προδήλως απαράδεκτη, ως εκπρόθεσμη, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

Επειδή η αιτούσα ισχυρίζεται ότι η εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης, σε συνδυασμό αφενός με το γεγονός ότι σε βάρος της έχουν καταλογιστεί και με άλλες πράξεις της καθ΄ ης αρχής ποσά συνολικού ύψους 1.224.136 ευρώ ή 417.124.342 δραχμών και αφετέρου με τη δυσχερή οικονομική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει, λόγω της κακής πορείας των εργασιών της, θα της επιφέρει ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη, η οποία συνίσταται στην αδυναμία εκπλήρωσης των ανειλημμένων υποχρεώσεών της και, κατ΄ επέκταση, στην οικονομική καταστροφή της. Προς απόδειξη του ισχυρισμού της επικαλείται και προσκομίζει, μεταξύ άλλων, τον από 29-3-2005 πίνακα χρεών της Δ.Ο.Υ. Μοσχάτου, σύμφωνα με τον οποίο τα αρχικώς βεβαιωθέντα σε βάρος της χρέη ανέρχονται σε 1.280.533,20 ευρώ και ήδη το άμεσα απαιτητό ποσό, ύστερα από καταβολές, σε 988.788,36 ευρώ. Επίσης προσκομίζει αντίγραφα των ισολογισμών της χρήσεων 2001, 2002, 2003 και 2004, από τους οποίους προκύπτει ότι τα χρηματικά διαθέσιμά της ανέρχονταν κατά τις εν λόγω εταιρικές χρήσεις σε 4.698.029 δραχμές, 70.534,48, 75.380,7 και 135.113,68 ευρώ αντίστοιχα, οι υποχρεώσεις της σε 169.837.067 δραχμές, 1.163.339,61, 1.773.190,42 και 1.868.325,21 ευρώ αντίστοιχα, ενώ παρουσίασε κατά τις χρήσεις 2001, 2002 και 2003 κέρδη 4.126.645 δραχμών, και 5.154,19 και 3.452,85 ευρώ αντίστοιχα και κατά τη χρήση 2004 ζημία 1.338,81 ευρώ.

Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις που προεκτέθηκαν, υλική βλάβη δυσχερώς επανορθώσιμη σε περίπτωση ευδοκίμησης της προσφυγής συνιστά και η χρηματική ζημία, αν αυτή, λόγω του μεγέθους της, μπορεί να επιφέρει το σοβαρό οικονομικό κλονισμό μιας επιχείρησης (βλ. ΕΑ ΣτΕ 116, 168, 263, 339/92, 3, 37, 441, 485/86 κ.ά.). Ενόψει τούτων και με βάση τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τη γενικότερη οικονομική κατάσταση της αιτούσας εταιρείας, όπως αυτή προκύπτει από την ανάλυση των αποτελεσμάτων των ανωτέρω ισολογισμών, η οποία παρουσιάζει φθίνουσα πορεία, σε συνδυασμό με το ύψος των ως άνω βεβαιωθέντων (ταμειακώς) σε βάρος της ποσών, κρίνει ότι η εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης θα επιφέρει στην αιτούσα βλάβη δυσχερώς επανορθώσιμη σε περίπτωση ευδοκίμησης της προσφυγής που έχει ασκήσει κατ΄ αυτής, η οποία συνίσταται στο σοβαρό οικονομικό κλονισμό της.

Για το λόγο αυτό, και δεδομένου ότι δεν συντρέχει λόγος δημοσίου συμφέροντος, ο οποίος συνίσταται στην αποτροπή της απώλειας εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού που να αποκλείει τη χορήγηση της αναστολής εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης, όπως αβασίμως επίσης ισχυρίζεται η διάδικη αρχή, καθόσον η χορηγηθείσα αναστολή δεν αποτρέπει την πληρωμή των οικείων χρεών προς το Δημόσιο, εφόσον εκδοθεί οριστική απόφαση επί της προσφυγής, συντρέχει νόμιμος λόγος αναστολής εκτέλεσης της ανωτέρω πράξης, μέχρι τη δημοσίευση οριστικής απόφασης επί της ασκηθείσας κατ΄ αυτής προσφυγής.

Επειδή, κατ΄ ακολουθία, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, να ανασταλεί η εκτέλεση της παραπάνω πράξης, να αποδοθεί το παράβολο στην αιτούσα, σύμφωνα με το άρθρο 277 παρ. 9 του ΚΔΔ και να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 275 του ανωτέρω Κώδικα.