Απόφ.ΣΤΕ 327/2002 (01/01/2002)

Προστασία του ελεύθερου ανταγωνισμού

Συμβουλίου της Επικρατείας
(Τμήματος Β΄, 7μελούς)
Αριθ. απόφασης: 327/2002
Πρόεδρος: Φ. Στεργιόπουλος, Αντιπρόεδρος ΣτΕ,
Εισηγητής: Ν. Σκλίας, Σύμβουλος ΣτΕ
Δικηγόρος: Ευαγ. Μαρίνης, Πάρεδρος Ν.Σ.Κ.

Προστασία του ελεύθερου ανταγωνισμού (

Ν.703/1977, `Αρθρο 9, παρ. 4)

Απαράδεκτη η άσκηση αίτησης αναίρεσης στο ΣτΕ κατά απόφασης διοικητικού εφετείου που εκδίδεται επί προσφυγής κατά πράξης της Επιτροπής Ανταγωνισμού: Αποκλείεται ρητά η άσκηση αίτησης αναίρεσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά της απόφασης του Διοικητικού Εφετείου που αποφαίνεται επί προσφυγής κατά απόφασης της Επιτροπής Ανταγωνισμού, με την οποία λαμβάνονται ασφαλιστικά μέτρα.

Απορρίπτεται αίτηση αναίρεσης Υπουργού Οικονομικών, Υπουργού Ανάπτυξης και Επιτροπής Ανταγωνισμού κατά της 644/1999 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.

[...] 2. Επειδή, η κρινόμενη αίτηση εισήχθη προς συζήτηση στο Τμήμα με επταμελή σύνθεση με την από 21.12.1999 πράξη του Προέδρου του, λόγω σπουδαιότητας.

3. Επειδή, το άρθρο 9 παρ. 4 του Ν.703/1977 "περί ελέγχου μονοπωλίων και ολιγοπωλείων και προστασίας του ελεύθερου ανταγωνισμού" (Α΄ 278), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 6 του Ν.2296/1995 "Τροποποιήσεις του Ν.703/1977 ..." (Α΄ 43), ορίζει τα εξής: " Η Επιτροπή Ανταγωνισμού είναι αποκλειστικά αρμόδια να λάβει ασφαλιστικά μέτρα αυτεπάγγελτα, κατόπιν αίτησης αυτού που έχει υποβάλει καταγγελία, κατά το άρθρο 24 του παρόντος νόμου, ή κατόπιν αίτησης του Υπουργού Εμπορίου, όταν πιθανολογείται παράβαση των άρθρων 1, 2 και 2α του παρόντος νόμου και συντρέχει επείγουσα περίπτωση προς αποτροπή άμεσα επικείμενου κινδύνου ανεπανόρθωτης βλάβης στον αιτούντα ή στο δημόσιο συμφέρον. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί να απειλήσει χρηματική ποινή μέχρι ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές για κάθε ημέρα μη συμμόρφωσης προς την απόφασή της και να θεωρήσει αυτή καταπεσούσα, όταν με απόφασή της βεβαιώνεται η μη συμμόρφωση. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού υποχρεούται να αποφανθεί το αργότερο μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία κατάθεσης της σχετικής αίτησης, αφού πρώτα ακουστούν τα ενδιαφερόμενα μέρη. Η απόφαση αυτή υπόκειται μόνο σε προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Οι διατάξεις των παραγράφων 2 έως 4 του άρθρου 14 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται αναλόγως. 5. ... ".

4. Επειδή, το παραπάνω εδάφιο δ΄ της παρ. 4 του άρθρου 9 του Ν.703/1977, όπως αντικαταστάθηκε, που ορίζει ότι "η απόφαση αυτή (της Επιτροπής Ανταγωνισμού) υπόκειται μόνον σε προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών", έχει την έννοια ότι αποκλείεται ρητά η άσκηση αιτήσεως αναιρέσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά της αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών που αποφαίνεται επί προσφυγής κατ΄ αποφάσεως της Επιτροπής Ανταγωνισμού, με την οποία λαμβάνονται ασφαλιστικά μέτρα κατά τις πιο πάνω διατάξεις του άρθρου 9. Η ρύθμιση αυτή του εδαφίου δ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 9 του Ν.703/1977, που θεσπίστηκε για πρώτη φορά με το προαναφερόμενο άρθρο 4 παρ. 6 του Ν.2296/1995, ως ειδική αλλά και μεταγενέστερη υπερισχύει της γενικής ρύθμισης του άρθρου 15 του ίδιου νόμου (703/1977), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 7 του Ν.1934/1991 "Τροποποίηση της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού και άλλες διατάξεις" (Α΄ 31), κατά την οποία "Κατά των αποφάσεων του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, επιτρέπεται αίτηση αναίρεσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας στους διατελέσαντες διαδίκους κατά την ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών δίκη ..." (παρ. 1 άρθρου 15). Οι δικαστές Φ. Στεργιόπουλος, Αικ. Χριστοφορίδου, Κ. Βιολάρης και Ι. Σύμπλης υποστήριξαν την άποψη ότι το εδ. δ΄ της παρ. 4 του άρθρου 9 του Ν.703/1977, όπως αντικαταστάθηκε, δεν έχει την έννοια του αποκλεισμού της αιτήσεως αναιρέσεως, αλλά του αποκλεισμού της ασκήσεως κατά της απόφασης της Επιτροπής Ανταγωνισμού περί λήψεως ασφαλιστικών μέτρων ένδικων βοηθημάτων στο στάδιο της διοικητικής διαδικασίας (όπως αίτησης θεραπείας, αίτησης ανάκλησης) και, συνεπώς, η προσβαλλόμενη απόφαση υπόκειται σε αίτηση αναιρέσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.

5. Επειδή, σύμφωνα με τα πιο πάνω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.