Απόφ. Αρείου Πάγου 179/2000 (01/01/2000)

Σύμβαση ναυτικού χερσαίας εργασίας.

`Αρειος Πάγος (Β2΄ Πολιτικό Τμήμα)
Αριθ. απόφασης: 179/2000
Δικαστής: Πολύβιος Μαντζιάρας
Αρεοπαγίτες: Γεώργιος Ρήγος, Αρχοντής Ντόβας,
Λέανδρος Ρακιντζής, Κων/νος Βαλμαντώνης

Σύμβαση ναυτικού χερσαίας εργασίας.

Από τις διατάξεις των άρθρων 1, 37, 53 του ΚΙΝΔ, προκύπτει ότι ουσιώδες στοιχείο της σύμβασης ναυτικής εργασίας, είναι ότι ο ναυτικός αναλαμβάνει την υποχρέωση, να συμμετέχει, ως μέλος συγκροτημένου οργανικά πληρώματος, στους πλόες του πλοίου.

Η σύμβαση δεν αποβάλλει τον χαρακτήρα της, ούτε μεταλλάσσεται σε σύμβαση χερσαίας εργασίας, αν για οιονδήποτε λόγο, παραμένει το πλοίο στο λιμάνι αργό, έχει, όμως, συγκροτημένο πλήρωμα και βρίσκεται σε ετοιμότητα προς πλουν.

Στην περίπτωση αυτή, αυτός που προσλαμβάνεται στο πλήρωμα, θεωρείται ναυτικός και η σύμβασή του έχει ως αντικείμενο την παροχή ναυτικής εργασίας.

Αν η πρόσληψη του μισθωτού, γίνεται αποκλειστικά, για όσο χρόνο είναι το πλοίο δεμένο στο λιμάνι, τότε, η σύμβαση έχει τον χαρακτήρα, συμβάσεως χερσαίας εργασίας.

[...] Από τις διατάξεις των άρθρων 1, 37 επ. και 53 επ. του Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου (Κ.Ι.Ν.Δ) προκύπτει ότι ουσιώδες στοιχείο της σύμβασης ναυτικής εργασίας είναι ότι ο ναυτικός αναλαμβάνει την υποχρέωση να συμμετέχει ως μέλος συγκροτημένου οργανικά πληρώματος στους πλόες του πλοίου. Δεν είναι όμως απαραίτητη η πραγματική εκτέλεση του πλου και η αντιμετώπιση θαλασσίων κινδύνων. Έτσι η σύμβαση δεν αποβάλλει τον χαρακτήρά της ως ναυτικής ούτε μεταλλάσσεται σε σύμβαση χερσαίας εργασίας, αν για οποιοδήποτε λόγο όπως για συντήρηση ή επισκευή, παραμένει το πλοίο αργό στο λιμάνι, έχει όμως συγκροτημένο πλήρωμα και βρίσκεται σε διαρκή ετοιμότητα προς πλούν, μόλις περατωθεί η συντήρηση ή η επισκευή του. Στην περίπτωση αυτή ο προσλαμβανόμενος για να εργασθεί στο πλοίο ως μέλος συγκροτημένου πληρώματος, έστω και αν δεν παρέχει αμιγή ναυτική εργασία, (όπως π.χ. ηλεκτρολόγος, αρτοποιός, μουσικός κ.λ.π) θεωρείται ναυτικός και η σύμβαση του έχει ως αντικείμενο την παροχή ναυτικής εργασίας και όχι χερσαίας. Όταν η πρόσληψή του μισθωτού γίνεται ειδικώς και αποκλειστικώς για όσο χρόνο το πλοίο είναι προσδεδεμένο στο λιμάνι για επισκευή, συντήρηση ή είναι παροπλισμένο και αυτός δεν έχει υποχρέωση συμμετοχής σε πλόες του πλοίου, τότε πρόκειται για παροχή χερσαίας εργασίας. Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση του, δέχτηκε ανελέγκτως τα ακόλουθα: Με σύμβαση ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου που καταρτίστηκε στις 21/10/1991 στον Πειραιά μεταξύ του ενάγοντος (αναιρεσείοντος) και του πλοιάρχου του με ελληνική σημαία δεξαμενόπλοιου "Rabigh bay", 135.000 τόννων DW, ως εκπροσώπου της εταιρείας Bi... Ma... Co.... sa", διαχειρίστριας του πιο πάνω πλοίου, πλοιοκτησίας της εναγομένης (αναιρεσίβλητης), ο ενάγων προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε την ίδια ημέρα σ΄ αυτό με την ειδικότητα του Γ΄ Μηχανικού, με μηνιαίες αποδοχές και όρους εργασίας που προβλέπονται από ΣΣΝΕ για τα πληρώματα ποντοπόρων φορτηγών πλοίων 4.500 τόννων DW και άνω, που είχε κυρωθεί με την 2324.2/26.4.1991 απόφαση του ΥΕΝ (ΦΕΚ Β/268/26-4-1991). Συγκεκριμένα συμφωνήθηκαν συνολικές μηνιαίες αποδοχές 216.000 δρχ. (Βασικός μισθός 121.980, επίδομα Κυριακών 26.386, επίδομα δεξαμενοπλοίων 12.198, διορθ. Επίδομα 1.335, και πάγια προκαταβολή προσθέτων εργασιών - υπερωριών 53.651 δρχ.). Επιπλέον ο ενάγων ελάμβανε, όπως εδικαιούτο, αποδοχές αδείας με τροφοδοσία 66.870 δρχ. και αντίτιμο τροφής 31.200 δρχ. Στο πλοίο αυτό ο ενάγων εργάσθηκε με την ειδικότητα που προσλήφθηκε, εκτελώντας εργασίες συντηρήσεως των μηχανών του πλοίου, μέχρι τις 3/12/1991, οπότε ναυτολογήθηκε με την ίδια ειδικότητα στο Φ/Γ πλοίο "Petrula 18", ιδίων συμφερόντων με το προηγούμενο. Περαιτέρω το Εφετείο δέχτηκε ότι ο ενάγων ήταν παλαιός ναυτικός, του είχε απονεμηθεί από το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας δίπλωμα πρακτικού μηχανικού ΜΕΚ το 1973, ήταν κάτοχος ναυτικού φυλλαδίου και εναυτολογείτο συνεχώς, ως μηχανικός, σε διάφορα πλοία από το 1964 μέχρι και στις 20/10/1995 (κατά το 16586/2-5-1997 μηχανογραφικό δελτίο ΥΕΝ), ήταν ασφαλισμένος πάντοτε στο ΝΑΤ, εφορολογείτο και αμειβόταν με "pay slip" με μηνιαίο μισθό ως ναυτικός, περιεθάλπετο, όταν ασθενούσε, ως ναυτικός, ελάμβανε μισθούς ασθενείας επίσης ως ναυτικός, κατά τις διατάξεις του ΚΙΝΔ και τελικά συνταξιοδοτήθηκε από το ΝΑΤ, αφού λήφθηκε υπόψη και η θαλάσσια υπηρεσία του στο πιο πάνω πλοίο της εναγομένης. Δεν ήταν ποτέ υπήρξε ασφαλισμένος στο ΙΚΑ και δεν εργάσθηκε ως τεχνίτης εφαρμοστής ούτε υπήρξε μέλος σωματείου εργαζομένων στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη. Η ναυτολόγηση εξάλλου του ενάγοντος στο πιο πάνω πλοίο της εναγομένης ("Ra... B...") δεν ήταν περιστασιακή. Η συνεργασία του με πλοία της ίδιας διαχείρισης και συμφερόντων άρχισε από το 1969 και ο ίδιος επιθυμούσε να ναυτολογείται σε πλοία που βρίσκονταν ή κινούνταν στη θαλάσσια περιοχή Ελευσίνας - Σκαραμαγκά, προκειμένου να βρίσκεται πλησίον της οικογένειάς του. Περαιτέρω, το Εφετείο δέχτηκε ότι το γεγονός ότι το πλοίο δεν εκτελούσε πλόες κατά τη διάρκεια των επισκευών του, δεν μεταλλάσσει σε χερσαία τη σύμβαση ναυτικής εργασίας των μελών του πληρώματος, ούτε αναιρεί το χαρακτήρα της παρεχόμενης από τον ενάγοντα εργασίας, ως ναυτικής, αφού, στο πλοίο υπήρχε οργανωμένο πλήρωμα, στο οποίο αυτός ανήκε, σε προβλεπόμενη ειδικότητα και παρείχε εργασία, που είχε σχέση με την εκπλήρωση του προορισμού του πλοίου και συγκεκριμένα απησχολείτο σε εργασίες συντηρήσεως των μηχανών του, το πλοίο δε αυτό, μετά την εκτέλεση των επισκευαστικών εργασιών, είχε ετοιμότητα προς πλού και ο ενάγων είχε τη συμβατική υποχρέωση να συμμετέχει στους πλόες αυτούς. Η δε συμμετοχή και η επιστασία του αρχιμηχανικού της εταιρείας στις εργασίες συντηρήσεως και επισκευής των μηχανών του πλοίου δεν μεταβάλει την σχέση της ναυτικής εργασίας των μελών του πληρώματος που απασχολούνταν στις εργασίες αυτές, σε χερσαία, αφού, ο εν λόγω αρχιμηχανικός ενεργούσε στη συγκεκριμένη περίπτωση ως προϊστάμενος μηχανικός (του Εμπορικού Ναυτικού) της εταιρείας της εναγομένης και όχι ως επικεφαλής επισκευαστικού συνεργείου τρίτων, ασχέτων με το πλοίο και το πλήρωμα. Ακόμη το Εφετείο δέχτηκε ότι ο ενάγων συμμετείχε ως μέλος του πληρώματος του εν λόγω πλοίου, με την προαναφερόμενη ειδικότητα κατά τον πλού (ρυμουλκούμενο) από το λιμάνι της Ελευσίνας προς τις δεξαμενές του Σκαραμαγκά, γεγονός που ενισχύει την άποψη ότι ήταν αναγκαία η ύπαρξη οργανωμένου πληρώματος στο εν λόγω πλοίο, έστω και αν το πλοίο θα ενεργούσε επισκευαστικές εργασίες, οι οποίες άλλωστε δεν διήρκεσαν περισσότερο από 1½ περίπου μήνα και ότι η εναγομένη δεν είναι επισκευαστική επιχείρηση πλοίων, ώστε να δεσμεύεται από τις ΣΣΕ για τους όρους αμοιβής των εργαζομένων στην Ν/Ε ζώνη Πειραιώς για να μπορεί να γίνει λόγος για συμμετοχή του ενάγοντος σε επισκευαστικό συνεργείο της και για υποχρέωσή της να καταβάλει σ΄ αυτόν αποδοχές σύμφωνα με τη πιο πάνω ΣΣΕ. Με βάση όλα τα παραπάνω το Εφετείο κατέληξε στην απόρριψη της έφεσης του αναιρεσείοντος κατά της αποφάσεως του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, με την οποία και αυτό είχε δεχθεί ότι μεταξύ των διαδίκων καταρτίστηκε σύμβαση ναυτικής και όχι χερσαίας εργασίας και είχε απορρίψει την αγωγή, με την οποία ο αναιρεσείων ζητούσε να του επιδικασθούν τα αναφερόμενα σ΄ αυτή κονδύλια, που στηρίζονταν στις διατάξεις του κοινού εργατικού δικαίου και στις ειδικές Σ.Σ.Ε για τους όρους αμοιβής και εργασίες των εργατοτεχνιτών που απασχολούνται στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη Πειραιώς και περιχώρων. Με τις παραδοχές και κρίσεις αυτές το Εφετείο δεν παραβίασε τις άνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεις είτε ευθέως είτε εκ πλαγίου με ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες που να μην καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο για την ορθή ή μη εφαρμογή τους, αφού στην απόφασή του διέλαβε κατά τρόπο σαφή και χωρίς αντιφάσεις τα κρίσιμα περιστατικά για τον χαρακτηρισμό της σύμβασης ως ναυτικής και όχι κοινής χερσαίας εργασίας. Επομένως ο πρώτος από τους αριθμ. 1 και 19 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

Από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι το Εφετείο κατέληξε στην άνω κρίση του, αφού έλαβε υπόψη του, πλην των άλλων, και όλα τα έγγραφα που επικαλέστηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι. Από την εν λόγω διαβεβαίωση και από το περιεχόμενο του αιτιολογικού της συνάγεται χωρίς δισταγμό ότι αυτό έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε τα αναφερόμενα στο δεύτερο λόγο αναιρέσεως της αιτήσεως έγγραφα, ήτοι α) το αντίγραφο των τριών σελίδων του ημερολογίου του πλοίου και β) τις καταστάσεις εργασίας που επιγράφονται "Κατάσταση εργαζομένων ναυτικών ανά συνεργείο". Συνεπώς, και ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο αποδίδεται η από τον αριθμ. 11 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. σχετική πλημμέλεια, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

Μετά από αυτά πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως και καταδικασθεί ο αναιρεσείων ως ηττώμενος, στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσίβλητης (άρθρα 176 και 183 Κ.Πολ.Δ.).