Απόφ. Αρείου Πάγου 344/2005 (15/10/2005)

Μπορεί να παρίσταται ως πολιτικός ενάγον το επαγγελματικό σωματείο αλλά μόνον όταν δικάζονται αξιόποινες πράξεις παραβιάσεως της λειτουργίας του, ή θίγουσες δικαιώματα και συμφέροντα αυτού, όχι, όμως, και όταν παραβιάζονται ποινικές διατάξεις προστατευτικές των μελών του ή της εργατικής νομοθεσίας.

Μπορεί να παρίσταται ως πολιτικός ενάγον το επαγγελματικό σωματείο αλλά μόνον όταν δικάζονται αξιόποινες πράξεις παραβιάσεως της λειτουργίας του, ή θίγουσες δικαιώματα και συμφέροντα αυτού, όχι, όμως, και όταν παραβιάζονται ποινικές διατάξεις προστατευτικές των μελών του ή της εργατικής νομοθεσίας.

Α.Π. 344/2005 (Τμ. Ε' Ποιν.)

Προεδρεύων ; Ν1Κ. ΓΕΩΡΓΙΛΗΣ, Αντιπρόεδρος

Εισηγητής : ΑΘΑΝ. ΜΠΡΙΛΛΗΣ, Αρεοπαγίτης

Κατά την παράγραφο 2, του άρθρου 171, του Κ.Π.Δ., όπως προστέθηκε με το άρθρο 34, παρ. 3, του ν. 2172/1993, που ισχύει από 16.12.1993, απόλυτη ακυρότητα που δημιουργεί λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως κατά το άρθρο 510, παρ. 1, στοιχ. Α', του Κ.Π.Δ., η οποία λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάση της διαδικασίας και στον `Αρειο Πάγο ακόμη, επιφέρει η παρά το νόμο παράσταση του πολιτικώς ενάγοντος στο ακροατήριο. Τέτοια ακυρότητα υπάρχει, όταν δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του πολιτικώς ενάγοντος οι όροι της ενεργητικής και παθητικής νομιμοποιήσεως για την άσκηση της πολιτικής αγωγής, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 63 και 64 του Κ..Π.Δ. και όταν παραβιάστηκε ή διαδικασία που έπρεπε να τηρηθεί σχετικά με τον τρόπο και το χρόνο ασκήσεως και υποβολής αυτής κατά το άρθρο 68 του Ίδιου Κώδικα. Η πολιτική αγωγή με την οποία επιδιώκεται η αποκατάσταση ηθικής βλάβης, μπορεί να ασκηθεί ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου κατά το προαναφερόμενο άρθρο 63 μόνο από τα πρόσωπα που έχουν το δικαίωμα αυτό, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 914 και 932 του Α.Κ. Η νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος εξαρτάται από το περιεχόμενο της σχετικής δηλώσεως του, η οποία, κατά το άρθρο 84 του Κ.Π.Δ., πρέπει, με ποινή απαραδέκτου, να περιέχει, εκτός άλλων, και τους λόγους που στηρίζει το δικαίωμα του.

Από αυτό συνάγεται ότι, αν από τη δήλωση παραστάσεως πολιτικής αγωγής δεν προκύπτει ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της αξιόποινης πράξεως και της ηθικής βλάβης, που έχει υποστεί ο παθών, τότε η δήλωση αυτή δεν είναι σύμφωνη με το νόμο και δεν νομιμοποιεί τον παθόντα στην παράσταση του ως πολιτικώς ενάγοντα.

Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 63 Κ.Π.Δ., 669 Κ.Πολ.Δ., που αναφέρεται στην ενεργητική νομιμοποίηση και στην παρέμβαση των αναγνωρισμένων επαγγελματικών σωματείων και των εργοδοτών σε δίκες εργατικών διαφορών και 4, παρ. 3, εδ. β', του ν. 1264/1982, που ορίζει ότι οι συνδικαλιστικές οργανώσεις για την πραγματοποίηση των σκοπών τους δικαιούνται, μεταξύ άλλων, να καταγγέλλουν και να εγκαλούν στις διοικητικές και δικαστικές αρχές τις παραβάσεις της εργατικής και της ασφαλιστικής νομοθεσίας και των κανονισμών ή οργανισμών που αφορούν τις ίδιες ή τα μέλη τους, προκύπτει ότι το επαγγελματικό σωματείο μπορεί να παρίσταται ως πολιτικώς ενάγον μόνον όταν δικάζονται αξιόποινες πράξεις παραβιάσεως της λειτουργίας τους ή πράξεις που θίγουν δικαιώματα και συμφέροντα αυτού, και όχι όταν παραβιάζονται ποινικές διατάξεις προστατευτικές των μελών του ή διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας, διότι τότε στερείται αμέσου εννόμου συμφέροντος.

Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη με αριθμ. 1399/2003 απόφαση του Πταισματοδικείου Χίου, κατά την αποδοθείσα στον ήδη αναιρεσείοντα (κατηγορούμενο) κατηγορία, για την οποία και καταδικάστηκε, στη Χίο και στην περιοχή Αγιοδεκτινή Κάμπου Χίου στις 5.4.2003 ως ιδιοκτήτης πρατηρίου πωλήσεως υγρών καυσίμων παραβίασε τις καθοριζόμενες ώρες λειτουργίας των πρατηρίων πωλήσεως υγρών καυσίμων κατά μισή ώρα (30') κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα σ' αυτή.

Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τα ενσωματωμένα στην προσβαλλόμενη απόφαση πρακτικά της δίκης, κατά τη συζήτηση της υποθέσεως ενώπιον του Πταισματοδικείου Χίου εμφανίσθηκε ο *** του ***, κάτοικος Χίου, ο οποίος δήλωσε ότι είναι Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων Ν. Χίου, προσκόμισε στο Δικαστήριο τα με ημερομηνία 3.6.2003 και 21.7.2003 πρακτικά Συνεδριάσεως του Συλλόγου αυτού και δήλωσε ότι παρίσταται ως πολιτικώς ενάγων κατά του κατηγορουμένου, ζήτησε δε να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ποσό των 30 Ευρώ, με επιφύλαξη, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη και ζημία που υπέστη το σωματείο από την παράνομη συμπεριφορά του. Κατέθεσε δε το σχετικό διπλότυπο είσπραξης του Δ.Σ. Χίου και διόρισε και πληρεξούσιο του δικηγόρο. Το Δικαστήριο δέχθηκε την παράσταση του προαναφερόμενου σωματείου και στη συνέχεια του επιδίκασε με την προσβαλλόμενη απόφαση, για χρηματική του ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, το ποσό των 30 Ευρώ.

Ενόψει, όμως, των προεκτεθέντων, το επαγγελματικό σωματείο του Συλλόγου Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων Ν. Χίου δεν νομιμοποιούνταν ενεργητικώς να παραστεί στην ως άνω δίκη, διότι δεν είχε προς τούτο άμεσο έννομο συμφέρον από την έκβαση αυτής, συνεπεία δε τούτου επήλθε απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο.

Επομένως, είναι βάσιμος ο από τη διάταξη του άρθρου 510, παρ. 1, στοιχ. Α', σε συνδυασμό με το άρθρο 504, παρ. 1, εδ. τελευταίο, του Κ.Π.Δ. πρώτος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως με τον οποίο προβάλλεται η από το άρθρο 171, παρ. 2, του ίδιου Κώδικα ως άνω απόλυτη ακυρότητα και πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, εφόσον είναι δυνατή η συγκρότηση του από άλλο δικαστή (άρθρο 519 Κ.Π.Δ.).