Απόφ. Αρείου Πάγου 820/2008 (01/04/2008)

Για δάνεια ή πιστώσεις σε βιομηχανικές ή άλλες επιχειρήσεις.

Α.Π. 820/2008 (Τμ. Δ΄ Πολ.)
Προεδρεύων: ΑΧΙΛ. ΝΤΑΦΟΥΛΗΣ, Αρεοπαγίτης
Εισηγήτρια: ΓΕΩΡ. ΛΑΛΟΥΣΗ, Αρεοπαγίτης

Θέμα:

Για δάνεια ή πιστώσεις σε βιομηχανικές ή άλλες επιχειρήσεις.

μπορούν να εγγράψουν υποθήκη όχι μόνον στα οικοδομήματά τους, αλλά και στα υπάρχοντα εντός αυτών μηχανήματα, εγκαταστάσεις κ.λπ.

Από τις διατάξεις των άρθρων 1 και 4 του ν 4112/1929 «περί συστάσεως υποθήκης επί μηχανικών και άλλων εγκαταστάσεων», που διατηρήθηκαν σε ισχύ με τα άρθρα 68 του ΕισΝΑΚ και 52, παρ. 19, του ΕισΝ ΚΠολΔ, σαφώς προκύπτει, ότι, επί δανείων ή πιστώσεων, που χορηγούνται σε βιομηχανικές ή άλλες επιχειρήσεις, προς ασφάλεια των οποίων εγγράφεται υποθήκη, εκτός του οικοδομήματος, και επί των υπαρχόντων σε αυτό μηχανημάτων, εγκαταστάσεων κ.λπ., απαγορεύεται πριν από την ολοσχερή εξόφληση του δανείου και η εκμίσθωση ή κατ΄ άλλο τρόπο παραχώρηση της εκμετάλλευσης της βιομηχανικής επιχείρησης σε τρίτους, εκτός αν συναίνεσε σε αυτή προηγουμένως και εγγράφως ο ενυπόθηκος δανειστής.

Η παραβίαση της παραπάνω απαγόρευσης συνεπάγεται αυτοδικαίως την απόλυτη ακυρότητα της δικαιοπραξίας, την οποία μπορεί να προτείνει οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον.

Οι ανωτέρω διατάξεις αυτές, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 1 του Ν.Δ. 3915/1958, 8 του Α.Ν. 543/1968 και το περιεχόμενο της υπ΄ αριθ 202/1978 αποφάσεως της Νομισματικής Επιτροπής, έχουν εφαρμογή και επί του ν.π.δ.δ με την επωνυμία «Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων» ως προς τα χορηγούμενα σε ιδιώτες και νομικά πρόσωπα τοκοχρεωλυτικά δάνεια για την ανέγερση, διασκευή και επέκταση ξενοδοχειακών επιχειρήσεων.

Οι αναφερθείσες διατάξεις του παραπάνω ν. 4112/1929, αλλά και ο νόμος αυτός στο σύνολό του, έχουν έδαφος εφαρμογής, όχι μόνο στις βιομηχανικές επιχειρήσεις, αλλά και σε όλες γενικώς τις επιχειρήσεις, που χρησιμοποιούν μόνιμες εγκαταστάσεις, είτε μηχανικές είναι αυτές, είτε όχι, και υφίσταται, ως εκ τούτου, δυνατότητα παροχής δανείου ή άλλης πίστωσης και, συνακόλουθα, εγγραφής υποθήκης με βάση τις ειδικές διατάξεις του νόμου τούτου, τέτοιες δε επιχειρήσεις είναι πρόδηλα και οι εμπορικές, τουριστικές, ξενοδοχειακές κ.λπ.

Διαφορετική κρίση δεν μπορεί να συναχθεί από το ότι ο εν λόγω νόμος, στο άρθρο 4, παρ. 1 και 2 αυτού, σε αντίθεση με τη διάταξη του άρθρου 1, που ομιλεί «περί βιομηχανικής ή άλλης επιχειρήσεως», χρησιμοποιεί τους στενότερους όρους «βιομηχανική επιχείρησις» και «εργοστάσιον», διότι η χρήση αυτών από το νομοθέτη δεν έγινε ηθελημένα, για να περιστείλει την έκταση της εφαρμογής της και να αποκλείσει από αυτές άλλου είδους επιχειρήσεις, αλλά διότι αυτός είχε υπόψη του την πιο συνηθισμένη περίπτωση, που εκφράστηκε ατελώς.

Αυτό προκύπτει και από το ότι το άρθρο 5 του ίδιου νόμου, απαριθμώντας τις περιπτώσεις, κατά τις οποίες τα προστατευόμενα από αυτόν δάνεια ή πιστώσεις καθίστανται και πριν από τη λήξη τους απαιτητά και, περιλαμβάνοντας σε αυτές, με το υπό στοιχείο γ΄ εδάφιό του, και την περίπτωση της εκποίησης, ή της εκμίσθωσης της επιχείρησης ή της κατ΄ άλλο τρόπο παραχώρησης αυτής σε τρίτους, χωρίς την προηγούμενη έγγραφη συναίνεση του δανειστή ως πρόσθετη κύρωση αυτής, σε αντίθεση με τις διατάξεις του άρθρου 4, παρ. 1 και 2, αυτού δεν χρησιμοποιεί την έννοια «βιομηχανική επιχείρησις» ή «εργοστάσιον», αλλά κάνει χρήση του ευρύτερης εννοίας όρου «επιχείρησις», στην οποία περιλαμβάνονται, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις του ίδιου νόμου, και οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις.

Εξάλλου, με το άρθρο 31 του ν. 2538/1997, το οποίο επιγράφεται «Εφαρμογή του άρθρου 4 του ν 4112/1929» ορίζονται τα ακόλουθα: «1. Η διάταξη του άρθρου 4 του ν 4112/1929 «περί συστάσεως υποθήκης επί μηχανημάτων ή άλλων εγκαταστάσεων» εφαρμόζεται για όλα γενικά τα δάνεια ή άλλες πιστώσεις που παρέχονται από τις τράπεζες σε κάθε μορφής επιχειρήσεις και νομικά πρόσωπα (εταιρίες, κοινοπραξίες, συνεταιρισμοί κ.λπ.), για την ασφάλεια των οποίων οι δανείστριες τράπεζες έχουν εγγράψει υποθήκη επί ακινήτων των οφειλετών ή και επί των μηχανημάτων, εγκαταστάσεων και λοιπών παραρτημάτων αυτών. 2. Μετά την εγγραφή της υποθήκης επί των άνω ακινήτων ή και επί των μηχανημάτων εγκαταστάσεων και λοιπών εγκαταστάσεων, η εκμίσθωση αυτών από τον οφειλέτη ή τον τρίτο κύριο ή νομέα ή παραχώρηση της χρήσης ή κατοχής τους με βάση άλλη έννομη σχέση μπορεί να καταγγελθεί οποτεδήποτε από τη δανείστρια τράπεζα. Μετά την καταγγελία αυτή, η μίσθωση ή άλλη σχέση λύεται μετά εξάμηνο και χωρεί η κατ΄ άρθρο 943 Κ.Πολ.Δ. αναγκαστική εκτέλεση με βάση τη δανειστική σύμβαση που είναι τίτλος εκτελεστός».

Με τις διατάξεις του ανωτέρω άρθρου επήλθαν ορισμένες τροποποιήσεις στο ν. 4112/1929, σύμφωνα με τις οποίες η σύμβαση μισθώσεως, που συνάπτεται σε επιχειρηματικά ακίνητα χωρίς την προηγούμενη συγκατάθεση της ενυπόθηκης δανείστριας τράπεζας, είναι έγκυρη με δικαίωμα όμως καταγγελίας εκ μέρους της τράπεζας οποτεδήποτε για το λόγο αυτό.

Περαιτέρω, η ρύθμιση των διατάξεων αυτών καταλαμβάνει τις περιπτώσεις των μισθώσεων που θα συναφθούν μετά την ισχύ αυτού.

Εξάλλου, οι ανωτέρω ρυθμίσεις έχουν εφαρμογή και επί του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων», κατά τη λειτουργία του ως πιστωτικού ιδρύματος ως προς τα χορηγούμενα σε ιδιώτες και νομικά πρόσωπα τοκοχρεωλυτικά δάνεια για την ανέγερση, διασκευή και επέκταση ξενοδοχειακών επιχειρήσεων, για τους ίδιους κατά τα ανωτέρω λόγους που ίσχυε η διάταξη του άρθρου 4 του ν. 4112/1929 και πριν την προαναφερθείσα τροποποίηση.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση το Εφετείο δέχθηκε ανέλεγκτα τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: [παραλείπεται το κείμενο].