ΠΟΛ. 1152/2000 (09/05/2000)

Φορολογία του εισοδήματος των δικηγόρων για το οικονομικό έτος 2000.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝΑθήνα, 9 Μαίου 2000
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ Αρ.Πρωτ.: 1042663/914/Α΄0012
Δ/ΝΣΗ ΦΟΡ/ΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ (Δ.12) ΠΟΛ. 1152

ΘΕΜΑ:

Φορολογία του εισοδήματος των δικηγόρων για το οικονομικό έτος 2000.

Με αφορμή ερωτήματα που μας έχουν υποβληθεί σχετικά με το πιο πάνω θέμα, παρέχουμε τις ακόλουθες διευκρινίσεις:

1. Με τις διατάξεις του άρθρου 51 του Ν. 2238/1994, όπως αυτές ίσχυαν για τις χρήσεις 1994 έως και 1998 (οικονομικά έτη 1995 έως και 1999), δηλαδή πριν την αντικατάστασή τους από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του Ν. 2753/1999, προσδιοριζόταν ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματος από την άσκηση ορισμένων ελευθέριων επαγγελμάτων στα οποία συμπεριλαμβανόταν και εκείνο του δικηγόρου.

2. Ειδικότερα, με τις διατάξεις των παραγράφων 9 και 13 του πιο πάνω άρθρου και νόμου οριζόταν ότι οι διατάξεις αυτού του άρθρου δεν είχαν εφαρμογή κατά τα τρία (3) πρώτα έτη άσκησης του επαγγέλματος και εφόσον δεν είχαν παρέλθει δέκα (10) έτη από την απόκτηση του πτυχίου, καθώς και για άτομα ηλικίας πάνω από 65 ετών εφόσον τα πρόσωπα αυτά ασκούν το επάγγελμα για μία συνεχή δεκαετία, πριν από τη συμπλήρωση αυτού του ορίου ηλικίας, καθώς και από άτομα που είναι τυφλοί και είναι γραμμένοι στο γενικό μητρώο τυφλών της οικείας νομαρχίας ή είναι ανάπηροι με ποσοστό αναπηρίας πάνω από ογδόντα τοις εκατό (80%).

3. Περαιτέρω, με την παράγραφο 9 του άρθρου 7 του Ν. 2753/1999 ορίζεται ότι, ειδικά για τη χρήση 1999 το καθαρό εισόδημα από την άσκηση του ελευθέριου επαγγέλματος του δικηγόρου, που προσδιορίζεται με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 51 του Ν. 2238/1994, όπως αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 1 του άρθρου 7 του Ν. 2753/1999, δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματος που προσδιορίζεται με βάση τις προϊσχύσασες διατάξεις του άρθρου 51 του Ν. 2238/1994. Δηλαδή, οι αντικατασταθείσες διατάξεις του άρθρου 51 του Ν. 2238/1994 ισχύουν μόνο για τη χρήση 1999 και μόνο για τον προσδιορισμό του ελάχιστου ποσού καθαρού εισοδήματος του δικηγόρου.

4. Κατόπιν των ανωτέρω, οι προϊσχύσασες διατάξεις του άρθρου 51 του Ν. 2238/1994, με τις οποίες προσδιοριζόταν ελάχιστο ποσό καθαρού εισοδήματος από την άσκηση ορισμένων ελευθέριων επαγγελμάτων και οι οποίες ισχύουν μόνο για τη χρήση 1999 και μόνο για τον προσδιορισμό του εισοδήματος των δικηγόρων, δεν θα έχουν εφαρμογή κατά τα τρία πρώτα έτη άσκησης του ελευθέριου επαγγέλματός τους και με την απαραίτητη προϋπόθεση ότι δεν έχουν παρέλθει δέκα έτη από την απόκτηση του πτυχίου τους, καθώς και για όσους δικηγόρους συμπλήρωσαν το 65ο έτος της ηλικίας τους με άσκηση του επαγγέλματος για μια δεκαετία πριν την συμπλήρωση αυτού του ορίου ηλικίας, καθώς επίσης και για όσους είναι τυφλοί ή ανάπηροι με ποσοστό αναπηρίας πάνω από ογδόντα τοις εκατό (80%).

5. Επομένως, για το οικονομικό έτος 2000, το εισόδημα των δικηγόρων που έχουν προβεί σε έναρξη δραστηριότητας από 1-1-1996 και μετά και έχουν πάρει το πτυχίο τους μετά την 31-12-1988 ή έχουν γεννηθεί μέχρι 31-12-1933 και έχουν προβεί σε έναρξη επαγγέλματος μέχρι και 31-12-1988 ή είναι τυφλοί ή ανάπηροι με ποσοστό αναπηρίας πάνω από ογδόντα τοις εκατό (80%), θα προσδιοριστεί λογιστικά, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 49 του Ν. 2238/1994 και εξωλογιστικά με τη εφαρμογή επί των ακαθαρίστων αμοιβών τους, του μοναδικού συντελεστή καθαρού κέρδους που ανέρχεται σε πενήντα τοις εκατό (50%) και σε φόρο θα υπαχθεί τελικά το κατά περίπτωση προσδιοριζόμενο μεγαλύτερο εισόδημα. Επίσης, τα ανωτέρω πρόσωπα δεν υποβάλλουν το έντυπο ειδικών περιπτώσεων (Ε 14), αλλά στο έντυπο Ε3 στον Πίνακα ΙΗ΄ και στην ένδειξη ¨Σημειώσεις φορολογουμένου¨ αναγράφουν το λόγω μη υποβολής του εντύπου Ε 14 και φέρουν το βάρος της απόδειξης.

6. Τονίζεται ότι, η φορολογική μεταχείριση της παραγράφου 5 του παρόντος έχει ανάλογη εφαρμογή και για τους δικηγόρους που ασκούν το επάγγελμα παράλληλα και με πάγια αντιμισθία ή είναι μισθωτοί ή συνταξιούχοι και έχουν πραγματοποιήσει λιγότερες από πέντε (5) παραστάσεις σε Εφετεία κακουργημάτων, κακουργιοδικεία και ανώτατα δικαστήρια συνολικά. Οι δικηγόροι όμως στην περίπτωση αυτή έχουν υποχρέωση να συμπληρώσουν και να υποβάλλουν το έντυπο Ε 14.

7. Επισημαίνεται ότι, στις περιπτώσεις που το υπαγόμενο σε φόρο εισόδημα των δικηγόρων είναι εκείνο που προσδιορίζεται με βάση τις προϊσχύσασες διατάξεις του άρθρου 51 του Ν. 2238/1994, επειδή είναι μεγαλύτερο από αυτό που προκύπτει με τους δύο άλλους τρόπους προσδιορισμού (λογιστικό και εξωλογιστικό), οι προϊσχύσασες διατάξεις αυτού του άρθρου και νόμου περί άσκησης προσφυγής ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου, μείωσης του εισοδήματος για λόγους νοσηλείας σε νοσοκομείο ή κλινική κλπ., έχουν ανάλογη εφαρμογή.

Ο ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΚΟΥΝΑΔΗΣ