Απόφ.Πρωτοδικείου 1312/2000 (01/01/2000)

Αναστολή εκτέλεσης διοικητικής πράξης (Άρθρα 200 επομ. και 228 Κ.Δ.Δ.)

Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών
(Τμήματος 15ο Τριμ. ως Συμβούλιο)
Αριθ. Απόφασης 1312/2000

Δικαστές: Δεσπ. Μαυρομμάτη - Μαλινδρέτου,
Πρόεδρος Πρωτοδικών Δ.Δ., Γεώρ. Ζαχαριάδης, Πρωτοδίκης Δ.Δ.
Εισηγητής: Χρυσόστομος Πάνου, Πρωτοδίκης Δ.Δ.

Αναστολή εκτέλεσης διοικητικής πράξης
(`Αρθρα 200 επομ. και 228 Κ.Δ.Δ.)

Σφράγιση καταστήματος για ουσιώδη μεταβολή της χρήσης του από καφετέρια σε μπαρ: Δεν χορηγείται αναστολή εκτέλεσης απόφασης Δημάρχου περί προσωρινής σφράγισης και αφαίρεσης της αδείας λειτουργίας καταστήματος για λόγους υπερτέρου δημοσίου συμφέροντος (ασφάλειας και υγιεινής του κοινού).

.......................................................................................

Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την οποία καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο των 1.500 δραχμών (σχετ. τα 5282457, σειρά Α΄ και 1694510 σειρά Β΄ έντυπα παράβολα), ο αιτών ζητά παραδεκτώς την αναστολή εκτέλεσης της 179/26.9.2000 απόφασης του Δημάρχου Ιλίου Αττικής, με την οποία αποφασίστηκε η προσωρινή σφράγιση του καταστήματός του (καφετέρια) και η αφαίρεση της 9754/3.1.1997 άδειας λειτουργίας του, μέχρι να δημοσιευθεί οριστική απόφαση επί της με ΑΥΟ 2400/2000 προσφυγής που άσκησε κατά της ίδιας πράξης στο Δικαστήριο τούτο.

Στα άρθρα 200, 201 και 202 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Ν. 2717/1999 ΦΕΚ Α΄ 97), ορίζεται ότι: "Σε περίπτωση που η προθεσμία ή άσκηση της προσφυγής δεν συνεπάγεται κατά νόμο την αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης εκτελεστής ατομικής διοικητικής πράξης και εφόσον στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει χορηγηθεί αναστολή από την αρμόδιο διοικητική αρχή, μπορεί, ύστερα από αίτηση εκείνου που άσκησε την προσφυγή, να ανασταλεί, με αιτιολογημένη απόφαση του Δικαστηρίου, εν όλω ή εν μέρει η εκτέλεση της πράξης αυτής" (άρθρο 200). "Αρμόδιο για τη χορήγηση της αναστολής είναι το τριμελές ή μονομελές δικαστήριο στο οποίο εκκρεμεί η προσφυγή, εφόσον αυτό είναι αρμόδιο για την εκδίκαση της κύριας υπόθεσης. Σε περίπτωση αναρμοδιότητας, η σχετική αίτηση απορρίπτεται" (άρθρο 201). "1. Λόγο αναστολής, μπορεί να θεμελιώσει η από την άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης απειλούμενη, οποιασδήποτε φύσης, υλική ή ηθική βλάβη του αιτούντος, εφόσον η επανόρθωσή της θα είναι αδύνατη ή ιδιαίτερα δυσχερής σε περίπτωση ευδοκίμησης της αντίστοιχης προσφυγής. 2. Η χορήγηση αναστολής αποκλείεται α) αν η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης επιβάλλεται για λόγους δημοσίου συμφέροντος, β) κατά το μέρος που η προσβαλλόμενη πράξη έχει ήδη εκτελεστεί ή γ) αν η αντίστοιχη προσφυγή είναι προδήλως απαράδεκτη ή προδήλως αβάσιμη". Περαιτέρω, στο άρθρο 205 του ίδιου Κώδικα, ορίζεται ότι: "1. Αν γίνει εν όλω ή εν μέρει δεκτή η αίτηση, διατάσσεται η ολική ή μερική αναστολή εκτελέσεως της προσβαλλόμενης με την αντίστοιχη προσφυγή πράξης. 2. Η αναστολή, αν στη σχετική απόφαση δεν ορίζεται διαφορετικά, ισχύει ως τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης για την προσφυγή".

Στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Ο αιτών είναι ιδιοκτήτης καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος, - καφετέριας - που λειτουργεί στην οδό Ευαγ........ αρ. 32, στο Δήμο Ιλίου, με βάση την 9754/3.1.1997 άδεια ίδρυσης λειτουργίας καταστήματος. Από τον σχετικό έλεγχο που διενήργησε το Αστυνομικό Τμήμα Ιλίου, στις 29.8.2000, διαπιστώθηκε ότι αυτός είχε προβεί σε τροποποίηση των υγειονομικών όρων της κατεχόμενης άδειας λειτουργίας του καταστήματός του. Ειδικότερα, είχε μετατρέψει το κατάστημά του, από καφετέρια σε μπαρ διαθέτοντας προς τούτο χαμηλό φωτισμό, μπάρα σερβιρίσματος οινοπνευματωδών ποτών και καλύπτοντας τους υαλοπίνακες με κουρτίνες. Στη συνέχεια και αφού τηρήθηκε η νόμιμη διαδικασία, ο Δήμαρχος Ιλίου εφαρμόζοντας τις διατάξεις του Π.Δ. 180/1979, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο και του άρθρου 11 του Ν. 2307/1995, με την 179/26.9.2000 πράξη του αποφάσισε την σφράγιση του καταστήματος του αιτούντος και την αφαίρεση της 9754/3.1.1997 άδειας λειτουργίας του από 30.10.2000, λόγω τροποποίησης των υγειονομικών όρων που περιέχονται σ΄ αυτή. Ήδη, ο αιτών ισχυρίζεται ότι από την άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης θα επέλθει σ΄ αυτόν και την οικογένειά του υλική βλάβη δυσχερώς επανορθώσιμη σε περίπτωση ευδοκίμησης της προσφυγής και θα δυσφημισθεί το κατάστημά του προς όφελος των ανταγωνιστών του. Τέλος, ο αιτών ισχυρίζεται ότι θα αθωωθεί από το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο, για τη δήθεν διαπιστωθείσα παράβαση και τούτο διότι δεν έγινε τροποποίηση των υγειονομικών όρων της άδειας λειτουργίας του καταστήματος, καθόσον αυτό λειτουργεί πάντα ως καφετέρια και ότι ο χαμηλός φωτισμός, η διαχωριστική μπάρα και οι κουρτίνες είναι διακοσμητικά στοιχεία τα οποία υπήρχαν κατά τη χορήγηση της άδειας. Εξάλλου, ο Δήμος Ιλίου στις απόψεις του με ημερομηνία 16.11.2000, υποστηρίζει ότι το Διοικητικό Συμβούλιο έχει αποφασίσει πολλές φορές τη σφράγιση του καταστήματος του αιτούντος, γιατί το είχε μετατρέψει, από καφετέρια σε μπαρ, αλλά αυτός, μετά το σφράγισμα το επανέφερε στην προτέρα κατάσταση και το λειτουργούσε ξανά, ύστερα από έγγραφο της Υγειονομικής Υπηρεσίας. Προς απόδειξη του ισχυρισμού αυτού προσκομίζει και επικαλείται τις 94/26.2.1998 και 340/24.6.1999 αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του Δήμου Ιλίου, περί προσωρινής αφαίρεσης της άδειας λειτουργίας του καταστήματός του λόγω τροποποίησης των υγειονομικών όρων χορήγησης της άδειας αυτής.

Με τα δεδομένα αυτά, εφόσον η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε για το γεγονός, ότι ο αιτών μετέβαλε κατά σύστημα, ουσιωδώς τη χρήση του καταστήματός του από καφετέρια σε μπαρ, κατά παράβαση των σχετικών κανονιστικών διατάξεων που διαφοροποιούνται σημαντικά ως προς τις προϋποθέσεις λειτουργίας των δύο αυτών καταστημάτων, το Δικαστήριο κρίνει ότι για λόγους υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος (ασφάλεια και υγιεινή του κοινού) κατ΄ άρθρο 202 παρ. 2 περ. α΄ του Κ.Δ.Δ. και ανεξάρτητα από την τυχόν βλάβη που θα επέλθει στον αιτούντα, αποκλείεται η χορήγηση αναστολής εκτέλεσης της προσβαλλόμενης απόφασης.

Κατ΄ ακολουθία, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναστολής, να καταπέσει το παράβολο που κατατέθηκε υπέρ του Δημοσίου, ενώ δεν πρέπει να καταλογιστούν δικαστικά έξοδα ελλείψει σχετικού αιτήματος (άρθρο 275 παρ. 1 και 7 Κ.Δ.Δ.).