Απόφ. Αρείου Πάγου 954/2004 (05/05/2004)

Ο κύριος του πλοίου τεκμαίρεται ως εκμεταλλευόμενος το πλοίο δι` ίδιο λογαριασμό σε περίπτωση ελλείψεως δηλώσεως του τρίτου περί εφοπλισμού παρ` αυτού του πλοίου.

Ο κύριος του πλοίου τεκμαίρεται ως εκμεταλλευόμενος το πλοίο δι' ίδιο λογαριασμό σε περίπτωση ελλείψεως δηλώσεως του τρίτου περί εφοπλισμού παρ' αυτού του πλοίου.

Α.Π. 954/2004 (Τμ. Β1' Πολ.)

Προεδρεύων: Χ. ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Αρεοπαγίτης

Εισηγήτρια: ΝΙΚΗ ΓΙΑΝΝΑΚΑΚΗ, Αρεοπαγίτης

ΕΠΕΙΔΗ, ο λόγος αναιρέσεως του αριθμού Ι του άρθρου 559, Κ Πολ.Δικ. ιδρύεται, όταν το δικαστήριο της ουσίας εφάρμοσε κανόνα ουσιαστικού δικαίου μη εφαρμοστέο ή παρέλειψε την εφαρμογή του εφαρμοστέου είτε προσέδωσε στον εφαρμοσθέντα κανόνα, έννοια διαφορετική από εκείνη, που έχει.

Εξ άλλου ο λόγος αναιρέσεως του αριθμ. 19 του άρθρου 559, Κ Πολ.Δικ. ιδρύεται όταν η απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας δεν έχει νόμιμη βάση ήτοι όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά, όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία, που απαιτούνται βάσει του πραγματικού του Κανόνα δικαίου για την επέλευση της απαγγελθείσας έννομης συνέπειας ή την άρνησή της (ανεπαρκής αιτιολογία) ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους (αντιφατική αιτιολογία) (Ολομ. Α.Π. 1/1999).

Περαιτέρω επί εργατικού ατυχήματος, από το οποίο επήλθε ο θάνατος του παθόντος οι συγγενείς (άρθρο 6, ν. 551/1915) δικαιούνται να αξιώσουν αποζημίωση είτε κατά τις διατάξεις των άρθρων 3 επ. του ν. 551/1915, όπως τροποποιήθηκε μεταγενεστέρως και κωδικοποιήθηκε με το Β.Δ. της 24.7./25.8.1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ μετά την εισαγωγή του Α.Κ. κατά το άρθρο 38, εδάφ. α' , του Εισ.ν. αυτού, είτε σύμφωνα με τις διατάξεις του κοινού αστικού δικαίου (άρθρο 297, 298, 914, 922, 928, 932, Α.Κ), εφ' όσον όμως στη δεύτερη περίπτωση το ατύχημα επήλθε εκτός άλλων σε εργασία όπου δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις ισχυόντων νόμων διαταγμάτων ή κανονισμών περί των όρων ασφαλείας και ένεκα μη τηρήσεως αυτών (άρθρο 16, ν. 551/1915), βρίσκεται δε σε αιτιώδη συνάφεια με την μη τήρηση των διατάξεων τούτων. Τέτοιες διατάξεις είναι εκείνες οι οποίες ειδικώς προβλέπουν τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων, ήτοι προσδιορίζουν τους όρους, που πρέπει να τηρηθούν, μνημονεύοντες συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπους προς επίτευξη της ασφαλείας των εργαζομένων. Δεν αρκεί δηλαδή ότι το ατύχημα επήλθε από τη μη τήρηση όρων, οι οποίοι επιβάλλονται μόνο από την κοινή αντίληψη, την υποχρέωση πρόνοιας και την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια χωρίς να προβλέπονται από ειδική διάταξη νόμου. Σε κάθε δε περίπτωση οι συγγενείς του παθόντος διατηρούν και την αξίωση κατά του εργοδότη για χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης εφόσον το ατύχημα οφείλεται σε πταίσμα αυτού ή προστηθέντος υπό τούτου προσώπου.

Περαιτέρω κατά την σαφή έννοια του άρθρου 1 του ν. 551/1915, το οποίον ισχύει και επί ναυτικών, σύμφωνα με το άρθρο 66 του Κ.Ι.Ν.Δ. (ν. 3816/1958) ως ατύχημα από βίαιο συμβάν, που επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής αυτής σε εργάτη ή υπάλληλο των εργασιών ή επιχειρήσεων των αναφερομένων στο άρθρο 2 του αυτού νόμου, θεωρείται κάθε βλάβη, η οποία είναι αποτέλεσμα της αιφνίδιας επενεργείας εξωτερικού αιτίου που δεν θα ελάμβανε χώρα χωρίς την εργασία και την εκτέλεσή της, υπό τις δεδομένες περιστάσεις εκτελέσεως αυτής.

Οι διατάξεις των άρθρων 36, εδάφ. β' ,52, παράγρ. 3, 61, 62, 110, εδάφ. ζ' και 117 του Κανονισμού Εργασιών επί των Ελληνικών Φορτηγών Πλοίων (Κ.Ε.Φ.Π.) χωρητικότητος 800 κόρων και άνω, που εκδόθηκε με εξουσιοδότηση του άρθρου 67 του Κωδ.ν. 6392/1934 «Περί Ποινικού και Πειθαρχικού Κώδικα του Εμπορικού Ναυτικού- και των άρθρων 1, παράγρ. 1, και 8 του ν. 3141/1955 εγκρίθηκε δε με το Β.Δ. 806/1970 διαλαμβάνουν τα εξής: α) όσον αφορά τις προφυλάξεις εν πλω και τις αρμοδιότητες του υποπλοιάρχου διαρκούντος του πλού (άρθρο 36, εδάφ. β'). «Απαγορεύει το άνοιγμα των θυρίδων, παραφωτίδων, αναφωτίδων και κυτών άνευ αδείας του», β) όσον αφορά τα καθήκοντα εν γένει του ναύκληρου (άρθρο 52, παράγρ. 3) «Κατανέμει κατά τις οδηγίες του υποπλοιάρχου το κατώτερο προσωπικό καταστρώματος εις ως ειδικές εργασίας ας οφείλει να εκτελέσει εις έκαστος και καθοδηγεί τούτον, ώστε η εργασία να εκτελείται καλώς, ταχέως συμφώνως προς τους υπό των οικείων διατάξεων ή της ναυτικής εμπειρίας επιβαλλομένους κανόνας προστασίας της ζωής και της ακεραιότητος των επιβαινόντων του πλοίου και με πάσα δυνατή οικονομία», γ) όσον αφορά τα καθήκοντα και τα ειδικό καθήκοντα των ναυτών στα άρθρα 61 και 62 ορίζεται αντίστοιχα ότι οι ναύται τελούν υπό τας διαταγάς και τον έλεγχο του ναυκλήρου και βοηθού αυτόν και τον ξυλουργόν εις την εκτέλεση των καθηκόντων των «και Ειδικότερον οι ναύται εκτελούν κατά τας φυλακάς τας εργασίας πηδαλιούχου. εκτός δε φυλακής τας γενικάς εργασίας συντηρήσεως και καθαρισμού του σκάφους και του εξαρτισμού αυτών περί ων το άρθρο 117... δ) όσον αφορά τις απαγορεύσεις στο προσωπικό του πλοίου (άρθρο 110, εδάφ. ζ') Απαγορεύεται... ζ) Να ανοίγει τας παραφωτίδας, αναφωτίδας, ανθρωποθυρίδας, καθέκτας (καπάκια), στεγανάς θύρας, φράκτας, δικλείδας, να θίγει οιοδήποτε κρουvόν ή χειριστήριον λαβήν, βαλβίδαν, επιστόμια, καλώδια, σωληνώσεις, εάν δεν είναι αρμόδιος ή δεν διατάχθη αρμοδίως προς τούτο» και ε) όσον αφορά τις γενικές εργασίες σκάφους (άρθρο 117) «οι διηρημένοι εις τας γενικάς εργασίας σκάφους άνδρες εργάζονται υπό την επίβλεψιν του ναυκλήρου εις καθαρισμούς, λιπάνσεις κλπ....».

Όλες οι διατάξεις αυτές δεν προβλέπουν ειδικούς όρους ασφαλείας του προσωπικού και δη του κατώτερου του πλοίου, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 16, παράγρ. 1, του ανωτέρω ν. 551/1915, ήτοι δεν προσδιορίζουν συγκεκριμένα μέτρα. Μέσα και τρόπους προς επίτευξη της ασφαλείας του ανωτέρω προσωπικού του πλοίου, ώστε η μη τήρησή τους να μπορεί να συνδεθεί με επισυμβάν εργατικό ατύχημα (Ολομ. Α.Π. 26/1995).

ΕΠΕΙΔΗ, κατά τη διάταξη του άρθρου 105 Κ.Ι.Ν.Δ. «ο εκμεταλλευόμενος το πλοίο δι' εαυτόν ανήκον εις άλλον (εφοπλιστής) οφείλει να δηλώσει τούτο εγγράφως από κοινού μετά του κυρίου του πλοίου εις την λιμενικήν αρχήν του τόπου της νηολογήσεως... Μη γενομένης τοιαύτης δηλώσεως ο κύριος του πλοίου τεκμαίρεται ότι εκμεταλλεύεται τούτο δι' εαυτόν».

Εκ της διατάξεως αυτής προκύπτει, ότι η δήλωση του τρίτου περί εφοπλισμού του πλοίου παρ' αυτού, που γίνεται στο λιμάνι νηoλoγήσεως του πλοίου από κοινού μετά του κυρίου του πλοίου, αποσκοπεί στην προστασία των τρίτων συναλλασσομένων, αλλά εξυπηρετεί και τα έννομα συμφέροντα της ιδιοκτησίας του πλοίου, εν ελλείψει της οποίας (δηλώσεως) τίθεται μαχητό τεκμήριο, ήτοι τεκμαίρεται, ότι ο κύριος του πλοίου εκμεταλλεύεται τούτο δι' ίδιον λογαριασμό είναι δηλαδή πλοιοκτήτης.

Το τεκμήριο τούτο είναι μαχητό και επιτρέπεται ανταπόδειξη, ήτοι μπορεί ν' αποδειχθεί ότι ο τρίτος που δεν αναγγέλθηκε στην ανωτέρω λιμενική αρχή είναι αυτός, που εκμεταλλεύεται το πλοίο για δικό του λογαριασμό, δηλαδή είναι ο εφοπλιστής.

ΣΗΜ.: Η Α.Π. 26/1995Β (Ολομ.) έχει δημοσιευθεί στο τεύχος της 1.9.1996 (σ.332) του "Δελτίου" με τον τίτλο : "Οι διατάξεις του κανονισμού εργασίας Ελληνικών φορτηγών πλοίων χωρητικότητας 800 κόρων και άνω δεν προβλέπουν ειδικώς όρους ασφαλείας του προσωπικού της μηχανής του πλοίου, ώστε η παραβίασή τους να παρέχει αξίωσή του παθόντος ναυτικού για αποζημίωσή του κατά του πλοιοκτήτου".